ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ
Loading...

Μικρή αγρυπνία στο μαγικό κόσμο του κυρ Αλέξανδρου …


Μικρή αγρυπνία στο μαγικό κόσμο του κυρ Αλέξανδρου …

Γιώργος Ηρακλέους

Η μικρή αυτή αγρυπνία δεν τελείται κατανυκτικά στο εξωκκλήσι του προφήτη Ελισσαίου κοντά στου Μακρυγιάννη, όπου ο κυρ Αλέξανδρος έψελνε βραχνά και συγκινητικά τον Εσπερινό, όσο ζούσε στην Αθήνα, είναι απλά ένα ταπεινό συλλειτουργό για την καλύτερη προσέγγιση της ψυχής, της σκέψης, της συνείδησης και της γραφίδας του Παπαδιαμάντη, αυτού του αγίου των Ελληνικών Γραμμάτων και των φτωχών ανθρώπων του λαού μας, όπως τον χαρακτήρισαν κάποιοι, και που ο ίδιος, αν ζούσε και γνώριζε, θα θεωρούσε ασέβεια αυτό το χαρακτηρισμό.

Οι ερμηνευτικοί άξονες του έργου του Παπαδιαμάντη είναι λιτοί και αυστηροί σαν τους θρησκευτικούς κανόνες ή τα απολυτίκια των αγίων και ακολουθούν την παρακάτω ιεράρχηση:

Η πάλη του καλού με το δαιμονικό και το μεταφυσικό κακό. Αυτή η πάλη είναι διαρκής και ασίγαστη και συνυπάρχει στα κυριότερα πρόσωπα των έργων του, τα οποία ζουν στην αμαρτία ή στην αγιότητα. Τα κυριότερα πρόσωπα του κυρ Αλέξανδρου ανήκουν στην εξαίρεση του δαιμονικού, όχι στον κανόνα. Απέναντι στη Φραγκογιαννού, τη φόνισσα, και στις άλλες στρίγγλες, έχουμε το «Φτωχό άγιο» και τον «Κακόμη»· απέναντι στον τοκογλύφο της Σταχομαζώχτρας στέκει η γριά Αχτίτσα, η πανάγαθη και βασανισμένη. Έτσι, το έργο του είναι μία διαλεκτική σύγκρουση ανάμεσα στον ουρανό και στην κόλαση με σύνθεση την καθημερινότητα, τη ζωή με τα παιχνίδια της τύχης, στην οποία οι συμπτώσεις και το κακό έρχονται να δώσουν τραγική διάσταση και δραματική εξέλιξη στις ιστορίες των ανθρώπων. Στην Υπηρέτρα η κρίση ξεσπάει, όταν «το ονάριο» δίνει «ανυπόμονον λάκτισμα» στο σανίδι «της υποσάθρου λέμβου» με αποτέλεσμα το τραγικό ναυάγιο. Στην παρουσία αυτή του κακού ο κυρ Αλέξανδρος αντιτάσσει τη θεία πρόνοια, η οποία επεμβαίνει και ματαιώνει την καταστροφή ή άλλοτε δεν επεμβαίνει καθόλου. Όσο ο κυρ Αλέξανδρος προχωρεί στην ηλικία, η απογοήτευση φαίνεται να τον κυριεύει σαν να ξέχασε ο θεός τον κόσμο και τα πλάσματά του, σαν να απουσιάζει από τα ανθρώπινα. Η πάλη με το κακό γίνεται σκληρότερη, ανελέητη και ο ίδιος αισθάνεται ώρες ώρες να καταρρέει. Αυτό είναι ολοφάνερο στα τελευταία διηγήματά του π.χ. “Το μοιρολόγι της φώκιας” κ.ά., όπου το παιδί πνίγεται, κανείς δεν το γλιτώνει και κανείς δεν το αντιλαμβάνεται, ενώ η φύση συνεχίζει αμέριμνη την πανέμορφη λειτουργία της αγνοώντας το θάνατο.

Πέρα από το μεταφυσικό κακό στην πεζογραφία του Παπαδιαμάντη των φτωχών υπάρχει και το κοινωνικό κακό, η κοινωνική αδικία χωρίς το μεταφυσικό υπόστρωμα π.χ. η Φόνισσα δεν παραδίδεται στο θεό ή στους ανθρώπους γιατί τα εγκλήματα του ψηλωμένου νου της είναι προϊόντα της καταπίεσης και της εξαθλίωσης της γυναίκας στα χρόνια εκείνα. Οι Χαλασοχώρηδες είναι έργο στο οποίο ο κυρ Αλέξανδρος ασκεί δριμύ κοινωνικό έλεγχο και οξύτατη σάτιρα της πολιτικής ζωής, της κομματικής συναλλαγής των αστικών κομμάτων, της ασύστολης ψηφοθηρίας και ψευτιάς τους. Όμως, η αδικία συνυπάρχει με το δίκαιο και η ζωή με το θάνατο. Ο Παπαδιαμάντης δεν υποδεικνύει διέξοδο από την κυριαρχία του κακού. Πώς θα μπορούσε άλλωστε αυτός ο ταπεινός κοσμοκαλόγερος να τολμήσει κάτι τέτοιο; Τα παιδιά που πνίγονται, οι κόρες που μαραίνονται, το πλήθος των ναυτικών και των ψαράδων που αφανίζονται στη θάλασσα και τη στεριά, οι χήρες και οι μαυροφορεμένες μάνες με τα ορφανά, όλος αυτός ο χορός του θανάτου από τη μια και από την άλλη μεριά ο έρωτας σαν πάθος ή σαν όνειρο και η απέραντη ομορφιά της φύσης με τις εκπληκτικές ποιητικές περιγραφές του αγιογραφούν τον κόσμο, τη ζωή και τα πρόσωπα. Η νεοελληνική πεζογραφία στον Παπαδιαμάντη

παρουσιάζει μια κοινωνία, όπου μήτε ο αστός έχει προφτάσει να καλοκαθήσει μήτε ο προλετάριος να επαναστατήσει, γιατί έτσι συνέβαινε στα χρόνια του και ο κοινωνικός ρεαλισμός του αυτή την υποχρέωση έχει.

Οι μορφές του είναι λαξευμένες στα βράχια και ακατάλυτες στο χρόνο, είναι πρότυπα ηθογραφίας και ψυχογραφικής δυναμικής. Η καθαρότητα της ψυχής του Παπαδιαμάντη ζωγραφίζει το λαό μας φτιαγμένο όπως ήταν και είναι, από το μακρόθυμο εργάτη και μάστορα, την παιδική αθωότητα, τους γερόντους και τις γερόντισσες, τους χαρακωμένους από τους λεβάντηδες και τις κρουστές σαν τα βότσαλα κοπέλες. Όλοι αυτοί, η Ακριβούλα, η γραία Λούκαινα, ο Μπαρμπ’ Αναγνώστης, η Λενιώ, η μαμή η Μπαλαλόνα, το Κατερινιώ, ο Μπαρμπα-Γιαννιός είναι ο πικρός και βασανισμένος λαός μας με τα πάθη και τα λάθη του, στον αγώνα του για ζωή σε εποχές, όπου μια δεκαετία μετρούσε όσο μια σημερινή μέρα. Τα πρόσωπά του είναι ζωντανοί μάρτυρες και ψαλμοί σύμπασας της Ρωμιοσύνης.

Η φύση στο έργο του Παπαδιαμάντη. Με τη γραφίδα του καθρεφτίζεται η ελληνική φύση στο μαγικό καθρέφτη των διηγημάτων. Τα λιόδεντρα, οι αιγιαλοί, η θάλασσα, τα άνθη, τα αλειτούργητα εξωκκλήσια, ο ήλιος, το φεγγάρι και καθετί που βλασταίνει, κινείται και μελωδεί στη φύση περιγράφεται με μεγάλη ακρίβεια και ηδονική αίσθηση. Το ίδιο ανάγλυφα με τη σεληνοφώτιστη νύχτα και τα ταπεινά περιβολάκια της Σκιάθου ιχνογραφούνται τα φτωχά καμαράκια, τα μπαλωμένα πανωφόρια, το κρασί, ο χαλβάς, οι ελιές και όλα αυτά σαν το όλο του κόσμου της δουλειάς. Μα πάνω απ’ όλα, ο κυρ Αλέξανδρος συναναστρέφεται με τη φύση όπως με τους ανθρώπους. Η φύση ξέρει να γίνεται παιδιάστικη για ένα παιδί, τρυφερή σαν τα στήθη της Μοσχούλας, άγρια και φονική σαν τα σκοτεινά βάθη και πάθη της Φραγκογιαννούς, ψυχρή και αδιάφορη σαν εκείνη την ηλιόλουστη μέρα που προσπερνά τον πνιγμό της Ακριβούλας, ενώ την προηγούμενη κιόλας νύκτα ξέβρασε με την καταιγίδα μνήματα και σώματα νεκρών, λευκές δαντέλες και παπούτσια. Η φυσιολατρία του Παπαδιαμάντη δεν έχει μυστικές εξάρσεις, αντίθετα βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τους ήρωές του σε τέτοιο βαθμό, που σχεδόν ανατρέπεται και αναιρείται. Το ίδιο συμβαίνει και στη Ρωμιοσύνη του Ρίτσου, τοπίο και άνθρωποι είναι διαλεκτικά δεμένοι. Ο Παπαδιαμάντης φανερώνει τον εσωτερικό κόσμο μέσα από τον εξωτερικό. Είναι ένας σωστός πατέρας και για τη φύση και για τον άνθρωπο. Τα αμπέλια, τα κύματα, οι άνεμοι και τα πλεούμενα αυλακώνουν τις ιστορίες του και λειτουργούν σαν απλό σκηνικό στους ήρωές του. Όμως η περιγραφή της φύσης από τον κυρ Αλέξανδρο είναι δείγμα άριστης ποιητικής, ζωγραφικής και κινηματογραφικής τεχνικής, μέγιστης αισθητικής αξίας.

«φρίσσει το κύμα εις την επαφήν της ψυχράς πνοής, φρικιά ο πορφυρούς πόντος από την κραταιάν αύραν, ρυτιδούται η θάλασσα από την αλλεπάλληλον και ραγδαίαν ριπήν, αγριαίνει το πέλαγος, ωρύεται μανιωδώς η καταιγίς, ρήγνυται το κύμα εις τους σκληρούς αιχμηρούς βράχους. Συννεφούται ο ουρανός από τας μαύρας κάπας των θυελλών, …» (από “Το σπιτάκι στη θάλασσα” στο Οδ. Ελύτης, Η μαγεία του Παπαδιαμάντη)

Το απόσπασμα αυτό τι άλλο είναι παρά ταυτόχρονα συγκλονιστικό ποίημα, πανέμορφος ζωγραφικός πίνακας και έξοχη κινηματογράφηση της φύσης;

Η περιγραφή του Παπαδιαμάντη είναι αραχνοΰφαντη, αναβρύζει, ρέει ελεύθερα – αβίαστα και πηγάζει από όλο το υλικό που έχει συσσωρεύσει στην ψυχή του τη γεμάτη παιδικές μνήμες, πικρές εμπειρίες, παρατηρήσεις και ιστορίες που άκουσε. Σαν αφηγητής δείχνει αποστασιοποιημένος (γ΄ ενικό), ενώ λειτουργεί σαν βιωματικός, με άψογη χρήση του στοχαστικού μονολόγου και των διαλόγων. Ο εξωτερικός κόσμος, ο γύρω κόσμος φιλτράρεται μέσα από το δικό του, την ψυχή του, έχει τελικά υποστεί καθολική μεταμόρφωση, έχει γίνει “παπαδιαμαντικός”. Έτσι ο έξω κόσμος εμφανίζεται στο έργο του τόσο συμβολικός όσο και πραγματικός: η ύλη μαζί με το μυστήριό της. Γι’ αυτό αποκτά βάθος, μαγεία και γοητεία. Η φύση, πλούσια και ζωντανή, αποτελεί προβολή του εσωτερικού του κόσμου πάνω στη φύση και καθρέφτισμα του φυσικού κόσμου μέσα του, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Ν. Τωμαδάκης. Ακέραιος έμεινε μέσα του μόνο ο φυσικός κόσμος, όπως τον έζησε στα παιδικά του χρόνια, αυτή η πρώτη πατρίδα χαράς και η τελευταία πικρή νοσταλγία, αφού το φυσικό στοιχείο παλεύει αδιάκοπα να παραμείνει αγνό και να σωθεί από την επέμβαση της απληστίας του ανθρώπου για το κέρδος, που το καταστρέφει, ενώ ο κοινωνικός κόσμος μαστίζεται από τη φρίκη της εκμετάλλευσης και της αδικίας. Στη φύση ο Παπαδιαμάντης αναζητεί λυτρωτικό καταφύγιο, ενώ η κοινωνία θα εξαγνιστεί, όταν η ασυμφιλίωτη ταξική πάλη θα κατακτήσει έναν πραγματικά ανθρώπινο και δίκαιο κόσμο.

Ο νεοελληνικός κόσμος στο έργο του κυρ Αλέξανδρου συνοψίζει όλες τις προγενέστερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας και ζωής. Σ’ αυτόν συγχωνεύεται το ασκητικό Βυζάντιο, ο παγανισμός και η γλωσσική αρτιότητα της αρχαιότητας με τη φτώχεια και την καχεξία του ελληνικού κόσμου των ημερών μας, με τη βαριά κληρονομιά των αλλεπάλληλων κατοχών από τους ξένους. Δείγμα της πολυσήμαντης αυτής απεικόνισης είναι η γλώσσα του: ένα μωσαϊκό από αρχαϊσμούς, λόγιες εκφράσεις, τύπους από συναξάρια και όλα αυτά ανακατεμένα με το λαϊκό λεξιλόγιο της καθημερινότητας, υφασμένα πάνω στον καμβά της καθαρεύουσας, όσο δυσνόητη και αν είναι αυτή για τα λαϊκά στρώματα και άγνωστη για τα παιδιά του σχολείου. Η προσφορά του κυρ Αλέξανδρου ξεπερνά τη λογοτεχνική της αξία και τη γλωσσική της ιδιορρυθμία, γιατί πάνω απ’ όλα είναι η ψυχή και το παρόν ενός λαού που ξαναζεί το φάσμα της φτώχειας, χωρίς την ανθρώπινη αγνότητα και τα ιδανικά που περίσσευαν σε άλλες περασμένες κρίσιμες εποχές. Ο Παπαδιαμάντης είναι ο μάρτυρας ενός λαού, που φέρνει απάνω του όλα τα σημάδια της τραγικής ιστορικής του περιπέτειας και που πρέπει επιτέλους να διδαχτεί και με το ταξικό του χρέος να επιβάλει την κάθαρση. Γι’ αυτό μένει πάνω απ’ όλα ελληνικός, αμετάφραστος από τους ξένους, αποκλειστικά δικός μας. Ένας κορυφαίος του χορού της ελληνικής τραγωδίας, που μπορούμε να επικαλούμαστε σε δύσκολες ώρες, όπως αυτές της κρίσης, για να ξαναπάρουμε πίσω τα δικά μας, τον υλικό και πνευματικό πλούτο αυτού του τόπου, που ο λαός μας παράγει. Το ίδιο μας προτρέπει και ο Οδυσσέας Ελύτης στο “Άξιον εστί”:

Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί,

όπου και να θολώνει ο νους σας

μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό

και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη



Η μεγάλη τέχνη τελικά βρίσκεται οπουδήποτε ο άνθρωπος κατορθώνει να αναγνωρίζει τον εαυτό του και να τον εκφράζει με πληρότητα μέσα στο ελάχιστο. Όταν τον βοηθά να μη χάσει την ιστορική του συνείδηση, την πολιτισμική και πατριωτική του ταυτότητα και τον αφυπνίζει επαναστατικά.

Γιώργος Ηρακλέους φιλόλογος

 (Αρχική δημοσίευση στο Θέματα Παιδείας τ. 45-46, Άνοιξη-Καλοκαίρι 2011)



Βιβλιογραφία

Κώστας Στεργιόπουλος, Ο Παπαδιαμάντης σήμερα. Διαίρεση και χαρακτηριστικά της πεζογραφίας του, στο Ν. ∆. Τριανταφυλλόπουλος (επιµ.), Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. 21 Κείμενα, Οι Εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 1979.

Αλέξανδρος Αργυρίου, Ένα ανεπανάληπτο παράδειγμα, στο Ν. ∆. Τριανταφυλλόπουλος (επιµ.), Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. 21 Κείμενα, Οι Εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 1979.

Φώτης Κόντογλου, Ο Παπαδιαμάντης, ο πνευματικός οδηγός μας, στο Ν. ∆. Τριανταφυλλόπουλος (επιµ.), Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. 21 Κείμενα, Οι Εκδόσεις των φίλων, Αθήνα 1979.

Οδυσσέας Ελύτης, Η μαγεία του Παπαδιαμάντη, Ερμείας, Αθήνα 1977.

Οδυσσέας Ελύτης, Το Άξιον εστί, Τα πάθη ΙΑ΄, Ίκαρος Αθήνα 1959.





Τα κριτήρια διδασκαλίας και αξιολόγησης που ακολουθούν από διηγήματα του Παπαδιαμάντη είναι μια ταπεινή προσφορά στο φιλόλογο της Β΄ Λυκείου που θα διδάξει και θα αξιολογήσει πεζογραφία σύμφωνα με τον νέο τρόπο ερμηνείας και αξιολόγησης (Νέο σύστημα, Σεπτέμβρης 2018).

                                                        Γ.Η.